AddThis

Share |

Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Ο Μάρτιος, ο «μάρτης» και άλλα λαογραφικά

τα κάλαντα της Χελιδόνας

Μάρτης

από τον ερευνητή-λαογράφο Χ.Ν.Ζερίτη,

Ο αναγνώστης αυτού του κειμένου θα πρέπει να το συνδυάσει με την προηγούμενη φάση της πολιτιστικής μας ζωής, η οποία, δυστυχώς χάνεται σιγά-σιγά. Πρέπει λοιπόν να γνωρίζει πως ο Μάρτιος ήταν αρχή του χρόνου μέχρι το 152 π.Χ. και μετά προστέθηκαν ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος

«Ο Μάρτιος θεωρείται ο πρώτος μήνας του χρόνου και αρχή του καλοκαιριού. Ενδιαφέροντα είναι όσα ο E.Fehrle εκθέτει για το όνομα του Μαρτίου και των άλλων μηνών. «Τον πρώτο μήνα του χρόνου οι Ρωμαίοι ονόμασαν Martius από τον θεό Mars. Αυτός για τους Ρωμαίους δεν ήταν μόνο θεός του πολέμου, αλλά είχε, ιδιαίτερα σε παλαιότερους χρόνους, ευρύτερη επενέργεια: ήταν θεός της ευετηρίας και πνέοντας με τους εαρινούς ανέμους στους αγρούς ευνοούσε και βοηθούσε την βλάστηση…».
Με τον Μάρτιο και την ζέστη του καλοκαιριού έρχεται μαζί του και όλο το πλήθος των ζωυφίων, των ψύλλων και κοριών, καθώς ζωογονείται ολόκληρη η φύση, και πρέπει αυτή την ημέρα να εξορκιστούν, για να απαλλαγούν οι άνθρωποι από την ενόχλησή τους. Εκτός όμως από τα ζωύφια άλλα δύο κακά, το ένα πραγματικό και το άλλο φανταστικό άλλα βλαβερό, φέρνει μαζί του ο Μάρτιος και οι άνθρωποι του λαού ζητούν να προφυλαχθούν από αυτά. Το πρώτο είναι ο ήλιος του Μαρτίου , που καίει και μαυρίζει το πρόσωπο των παιδιών. Για να αποτρέψουν την επίδραση του ηλίου δένουν στον καρπό του χεριού ή στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού τον μάρτη, δηλαδή μια λινή κλωστή, άσπρη και κόκκινη ή και χρυσή, στριμμένη, αφού πριν την κρεμάσουν σε κλώνους τριανταφυλλιάς και την εκθέτουν τη νύχτα στα άστρα. Όχι σπάνια ο μάρτης δένεται και γύρω από τον τράχηλο, ιδιαίτερα των μικρών παιδιών, ενώ στην Κύπρο «εις τα βρέφη τα μη συμπληρώσαντα το πρώτον έτος της ηλικίας των, βάνουν εφτά μάρτηδες». Έτσι η μαγική δύναμη που έχει η κόκκινη κλωστή ενισχύεται ακόμη περισσότερο και όχι μόνον ο Μάρτιος δεν πιάνει τα παιδιά, αλλά και άλλα χαρίσματα εξασφαλίζει σ’ αυτόν που φορά την κλωστή. Τον μάρτη τον φορούν ως την Ανάσταση. Τότε τον βγάζουν και τον δένουν στην τριανταφυλλιά για να πάρουν το χρώμα της. Αλλού τα παιδιά κρατούν τον μάρτη μέχρι να πρωτοδούν χελιδόνι ή πελαργό.
Η συνήθεια αυτή είναι αρκετά παλιά, αφού την αναφέρει ο Ιωάννης Χρυσόστομος και μάλλον πρέπει να συσχετιστεί με την κρόκη, δηλαδή την κλωστή την οποία οι μύστες έδεναν κατά τα Ελευσίνια μυστήρια στο δεξί χέρι και το αριστερό πόδι, αποδίδοντας σε αυτήν συμβολική σημασία, άγνωστη σε μας.» Γ.Α. Μέγας. Ελληνικές γιορτές και έθιμα λαϊκής λατρείας. Αθήνα 1988, σελ. 138. εκδόσεις Οδυσσέας.
Ότι πρόκειται για καθαρά ελληνικό έθιμο που καθιερώθηκε στην αρχαιότητα από την λατρεία, αποδεικνύει ο πατέρας της Λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης στην σπουδαία μελέτη του με τίτλο «Μάρτης» που γράφτηκε το 1883 στην Εστία και ξαναδημοσιεύθηκε στα «Λαογραφικά Σύμμεικτα τόμος Β» ανατύπωση του 1975, από τις εκδόσεις της Ακαδημίας Αθηνών. Γράφει μεταξύ άλλων ο Ν.Γ.Πολίτης. «…..το έθιμον είναι ίσως ακραιφνώς ελληνικόν, διότι είναι άγνωστον εις άλλους λαούς, πλήν τινών, οίτινες κατά πάσαν πιθανότητα εκ των Ελλήνων το παρέλαβον…την διατήρησιν του εθίμου εν Ελλάδι δυνάμεθα να βεβαιώσωμεν από των αρχαίων χρόνων εν αδιασπάστω συνεχεία παρά τοις Βυζαντινοίς. Εν χειρογράφω νομοκάνονι του ΙΣΤ΄αιώνος αναγιγνώσκομεν :’’βάμματα τοις παισίν ή τοις ζώοις αυτών επιθέτουσιν’’ και ‘’ή βάμματα, τουτέστιν κάνουραις ή μετάξια εις τας εαυτών κεφαλάς επιθέτουσιν’’. Περί τας αρχάς του Ι΄αιώνος ο σχολιαστής του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού μητροπολίτης Καισαρείας Βασίλειος έγραφεν :’’περιάμματα κατά τας χείρας και τους βραχίονας και τους αυχένας κλωσμάτια τινά βεβαμμένα και σελήνια μηνίσκων χρύσεα ή αργυρέα ή και της ευτελέστερης ύλης, τα υπό των γραϊδίων τοις βρέφεσιν επιδεσμούμενα επιψιθυριζουσών εις αποτροπιασμόν και άμα ταις γλώσσαις επιλιχμασσουσών το μέτωπον και αποπτυουσών μετά του φυσάν εκατέρωθεν. Πολύ δε προ αυτού κατεδίκασε τον περιδενόμενον εις τα παιδία κόκκινον στήμονα ο πατήρ της εκκλησίας Ιωάννης Χρυσόστομος :’’ τι αν τις είποι τα περίαπτα και τους κώδωνας τους της χειρός εξηρτημένους και τον κόκκινον στήμονα και τα άλλα τα πολλής ανοίας γέμοντα, δέον μηδέν έτερον τω παιδί περιτιθέναι, αλλ’ ή την από του σταυρού φυλακήν; Νυν δε ούτος μεν καταπεφρόνηται…κρόκη δε και στήμων και τα άλλα περιάμματα τα τοιαύτα του παιδίου εμπιστεύονται την ασφάλειαν’’.
Η υπό του Χρυσοστόμου πολεμουμένη, αλλά καθ΄όλον τον μετέπειτα χρόνον διατηρηθείσα υπό των Ελλήνων δεισιδαίμων συνήθεια, ήτο κληροδότημα της αρχαιότητος. Εις τον αρχαίον ελληνικόν κόσμον ήταν συνηθέστατα τα τοιαύτα περιάμματα, η μόνη δε προς τον ημέτερον Μάρτην διαφορά αυτών φαίνεται ήτο ότι δεν συνήπτοντο, ως ούτος, προς τακτόν χρόνον. Ο Paul Wolters κατέδειξεν έν αρχαίαις αγγειογραφίαις, πολυπληθείς παραστάσεις παίδων και ανδρών, εχόντων ταινίας ή κλωσμάτια, χαλαρώς προσδεδεμένα εις τον καρπόν της χειρός ή τα σφυρά των γυναικών, εχουσών τα κλωσμάτια εις τους πόδας, τους βραχίονας, τα στήθη ή τον τράχηλον. Τα προσδεδεμένα δε ταύτα κλωσμάτια ούτε κοσμητικόν σκοπόν εκπλήρουν ούτε πρακτικήν τινά χρησιμότητα είχον, αλλά προήρχοντο, ως αναγνωρίζει ο Wolters, εκ δεισιδαίμονος συνηθείας, της οποίας περίλειμμα είναι η συνήθεια του μάρτη, ως είχον καταδείξη εν τη διατριβή μου, τη δημοσιευθείση εν τη Εστία. Ήτο δε καθιερωμένη η δεισιδαίμων αύτη συνήθεια κατά την αρχαιότητα και υπό της λατρείας. Εν τοις Ελευσινίοις μυστηρίοις οι μύσται ‘’κρόκη καταδούνται την δεξιάν χείρα και τον αριστερόν πόδα, και τούτο λέγεται κροκούν’’. Η κατάδεσις εγίνετο πιθανώτατα, ως γίνεται δήλον εκ των ονομάτων, υπό γεννητών του γένους των Κροκωκιδών, κατά την ιεράν οδόν εν Κρόκωνι, παρά τα αρχαία σύνορα της Ελευσίνος και των Αθηνών, όπου μέχρι τα μέσα του Β’ αιώνος μ.Χ. εσώζοντο παλαιότατα ανάκτορα, καλούμενα του Κρόκωνος. Εκ τοιαύτης συνηθείας δύναται ίσως να εξηγηθή και εν τοις Σαμοθρακίοις μυστηρίοις περίζωσις των μυστών κατά την μύησιν με ταινίας πορφυράς. Η δεισιδαιμονία αύτη είναι απόρροια της πίστεως εις την μαγικήν δύναμιν των κεχρωματισμένων νημάτων, πίστεως κοινής εις πολλούς λαούς αρχαίους και νέους…οι Αθηναίοι, των οποίων ο μάρτης απετελείτο εξ ερυθρού νήματος και χρυσού, έλεγον ότι το χρυσάφι ήτο για να’ ναι εκείνος που το εφόρει πλούσιος και το κόκκινο μετάξι για να’ ναι εύρωστος και ροδοκόκκινος…αν παραδεχθώμεν την υπό της συμβολικής σχολής των μυθολόγων προτεινομένην ερμηνείαν, επειδή το λευκόν χρώμα είναι κατ’ αυτήν σύμβολου του πρωινού, και εν γένει του ασθενεστέρου φωτός του ηλίου, το δ’ ερυθρόν του μεσημβρινού καύματος, έπεται ότι κατά τον εις τας δεισιδαιμονίας εφαρμοζόμενον νόμον της συμπαθείας, τα ερυθρά και λαυκά κλωσμάτια σκοπούσι την απέλασιν παντός εκ του ηλιακού καύματος κακού.»
Σε μία άλλη μελέτη του ο σοφός Νικόλαος Πολίτης με θέμα «το έθιμον της θραύσεως αγγείων κατά την κηδείαν» που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1893 και επαναδημοσιεύθηκε στα Λαογραφικά Σύμμεικτα τόμος Β’ ανατύπωση 1975 έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών, στην σελίδα 337 κ.ε. ασχολείται, εκτός από τις ερμηνείες των συμβολικών σπασιμάτων αγγείων κατά τις κηδείες, και με το σπάσιμο των αγγείων ως παλαιόν έθιμο που γινότανε την 1η Μαρτίου. Γράφει σχετικά : «Αληθώς δε την εκφόβησιν και την αποτροπήν των δαιμονίων έχει η θραύσις των αγγείων, αλλ’ η συνηθιζομένη παρ’ ημίν εις άλλας περιστάσεις και όχι η κατά τας κηδείας. Η δια κρότων και θορύβου αποτροπή δαιμονίων είναι δεισιδαίμων συνήθεια αρχαιοτάτη και ευρύτατα διαδεδομένη, τοιούτοι δε κρότοι γίνονται παρ’ ημίν δια της θραύσεως πήλινων αγγείων και την πρώτην Μαρτίου ή την παραμονήν της ημέρας ταύτης και το Μέγα Σάββατον…»
Ο σπουδαίος λαογράφος Γ. Μέγας συνεχίζει περί 1ης Μαρτίου: «Ένα άλλο κακό που φοβάται ο λαός, τις τρεις πρώτες, τρεις μεσαίες και τρεις τελευταίες ή τις δέκα ή δώδεκα μέρες του Μαρτίου, είναι οι Δρίμες, όντα δαιμονικά, (τύπος νεράιδας) που κάνουν κακό στα ρούχα, στα ξύλα και στα σώματα. Όσα πανιά πλυθούν τότε, λιώνουν. Όσα ξύλα κοπούν, σαπίζουν. Γι’ αυτό και αποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύουν, είναι γιατρικό, αποτρέπει δηλαδή τα δαιμόνια.. Επίσης δεν λούζονται, δεν κόβουν ξύλα και αποφεύγουν και άλλες εργασίες.»
Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα της πρώτης Μαρτίου είναι η περιφορά της λεγόμενης χελιδόνας. Κατ’ αυτό το έθιμο τα παιδιά παίρνουν ένα καλάθι, το γεμίζουν με φύλλα κισσού και περνούν μέσα από αυτό ένα ραβδί. Στην άκρη του ραβδιού προσαρμόζουν την χελιδόνα, δηλ. ένα ξύλινο ομοίωμα του πτηνού. Γύρω από το λαιμό της χελιδόνας υπάρχουν κουδουνάκια, που ηχούν, καθώς κινείται το ραβδί από το οποίο κρέμεται. Τα παιδιά με το καλάθι της χελιδόνας πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν το γνωστό άσμα «ήρθε πάλι χελιδόνα ήρθε κι άλλη μελιδόνα, κάθησε και λάλησε και γλυκά κελάδησε, Μάρτη Μάρτη μου καλέ και Φλεβάρη φοβερέ κι αν φλεβίσεις κι αν τσικνίσεις καλοκαίρι θα μυρίσεις……».

Δεν υπάρχουν σχόλια: